›
‹
Μια πόλη σαν και αυτή πεθαίνει, ζει και αλλάζει μαγεμένη...Κάποια σημεία στην Αθήνα αδιαφορούν τόσο «ανοιχτά» για τον χρόνο που περνά, για τα δεδομένα που αλλάζουν που θα έλεγε κανείς πως υπάρχουν μόνο και μόνο για να δίνουν πνοή σε αυτόν τον στίχο του Νίκου Γκάτσου «φορώντας» πάντα τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.
Ένα από αυτά τα σημεία είναι και το γνωστό ως «στέκι του Μάνου», ο Μαγεμένος Αυλός. Ο σημερινός του ιδιοκτήτης, Δήμητρης Θεοφίλου, με αγάπη και συγκίνηση μας μεταφέρει λίγη από αυτή την παρελθοντική αλλά όχι παρελθούσα μαγεία.
Δημοσιεύτηκε: October 23, 2013
Πότε πρωτοάνοιξε ο «Μαγεμένος Αυλός» και τι μορφή παρουσίαζε τότε το Παγκράτι και η Πλατεία Προσκόπων; Τι έχει αλλάξει από τότε;
Ο Μαγεμένος Αυλός άνοιξε στις αρχές της δεκαετίας του 60. Επίσημη χρονιά έναρξης είναι το 1961. Τότε βέβαια τα πράγματα εδώ στο Παγκράτι ήταν τελείως διαφορετικά. Η πλατεία Προσκόπων ήταν μια αλάνα όπου παίζαν τα παιδιά με τον παραδοσιακό τρόπο της «παλιάς γειτονιάς», όπως συνέβαινε σε πολλά σημεία της Αθήνας. Υπήρχε το γεφυράκι που χαρακτηρίζει το «Βατραχονήσι». Η περιοχή ονομάζεται Βατραχονήσι λόγω του Ιλισού. Πέρναγε ο Ιλισός από εδώ μπροστά. Η Βασιλέως Κωνσταντίνου ήταν ο Ιλισός ,το ρέμα, και εδώ ο εμπνευσμένος άνθρωπος της εποχής εκείνης, ο Γιώργος Πολυχρόνης, κοσμικός, γνωστός Αθηναίος ίδρυσε τον Μαγεμένο Αυλό. Καταρχήν ως πρατήριο γλυκών σε συνεργασία με την ιστορική σοκολατοβιομηχανία Παυλίδη. Άλλωστε ο Γιώργος Πολυχρόνης ήταν γαμπρός του Παυλίδη. Παρότι ξεκίνησε όμως έτσι σαν ζαχαροπλαστείο, μετατράπηκε με μια φυσική θα λέγαμε ροή των πραγμάτων σε εστιατόριο.
Επομένως ο Μαγεμένο Αυλός τότε ήταν ουσιαστικά ένα ζαχαροπλαστείο στο οποίο μπορούσε να καθίσει κάποιος..;
...Και να ψωνίσει γλυκά και να πάρει και για το σπίτι. Αυτό ήταν η αρχή. Αλλά μπορούσε να πάρει και κάποιο σνακ όπως κάποιο croque monsieur. Και για πρώτη φορά (ο Γιώργος Πολυχρόνης) είχε την έμπνευση και την δυνατότητα να μεταφέρει στην Ελλάδα την πίτσα αλλά και το fondue το οποίο είχε γνωρίσει από τα ταξίδια του στην Κεντρική Ευρώπη. Και έτσι σιγά σιγά εκτοπίζεται η δουλεια του ζαχαροπλαστείου και εδραιώνεται η λειτουργία του εστιατορίου.
Οπότε λογικά θα προσέλκυε τότε ο Μαγεμένος Αυλός κόσμο και από άλλες περιοχές της Αθήνας…
Από όλη την Αθήνα. Μην σας πω και από όλη την Ελλάδα, διότι πλέον με τη δημοσιότητα που πήρε αυτό το εστιατόριο εκείνη την εποχή υπήρχαν πολλοί που περίμεναν το επόμενο τους ταξίδι στην Αθήνα για να καρπωθούν την ευκαιρία και να επισκεφτούν και τον Μαγεμένο Αυλό.
Γνωρίζετε πως προέκυψε το όνομα του εστιατόριου ;
Το ονόμασε έτσι ο Γιώργος Πολυχρόνης από μία αγάπη για καθετί αυστριακό και λόγω της αναγνώρισης της κορυφαίας προσωπικότητας του Μότσαρτ, ουσιαστικά κατά παράφραση της όπερας «Μαγικός Αυλός». Μάλιστα αστειευόμενοι λέγαμε πάντοτε ότι έτσι αποφεύγουμε και τα δικαιώματα στους κληρονόμους του Μότσαρτ.
Θα θέλαμε να μας πείτε και δυο λόγια για τον εαυτό σας. Που γεννηθήκατε , σπουδάσατε;
Εγώ γεννήθηκα στην Αθήνα, όπως και οι γονείς μου και οι παππούδες μου. Στην Πλάκα. Μου αρέσει να λέω ότι είμαι τελειόφοιτος του 1ου Γυμνασίου της Πλάκας και σπούδασα ξενοδοχειακά στην Ελλάδα και στην Ελβετία με υποτροφία.
Εσείς από πότε είστε ιδιοκτήτης και υπεύθυνος του χώρου και πως οδηγηθήκατε σε αυτήν την επιλογή;
Εγώ μεταφέρθηκα στο Παγκράτι από την Πλάκα στις αρχές της δεκαετίας του 70 και ξεκίνησα την επαγγελματική μου καριέρα στο ξενοδοχείο «Πρίαμος» και ύστερα επεκτάθηκα και στο «Στάδιον», καθώς και σε ξενοδοχεία της περιφέρειας. Παρακολουθούσα ως ξενοδόχος της περιοχής από πολύ κοντά το «γίγνεσθαι» του Αυλού και γοητευόμουν πολύ από την παρουσία εκείνων των γιγαντιαίων προσωπικοτήτων, με προεξάρχουσα αυτή του Μάνου Χατζιδάκι.
Τον οποίο είχατε γνωρίσει προσωπικά...
Βέβαια. Με τον Μάνο Χατζιδάκι είχα και την τύχη να έχω συναντηθεί ως παιδί εγώ και αυτός φτασμένος συνθέτης την δεκαετία του 50.
Τι θυμάστε από εκείνη την πρώτη συνάντηση;
Θυμάμαι πως έγραψε επάνω στο πακέτο με τα τσιγάρα το μουσικό μοτίβο «Ένα μύθο θα σας πω» μόλις λίγες μέρες πριν ανέβει στο φεστιβάλ Επιδαύρου το έργο για το οποίο προοριζόταν η μουσική αυτή, ενώ όλοι οι παράγοντες του Φεστιβάλ αγωνιούσαν : «τι θα κάνει ο Μάνος; Θα γράψει , δεν θα γράψει;».
’Όταν η υγεία του Πολυχρόνη άρχισε να κάμπτεται λόγω ηλικίας, αναζήτησε να μεταφέρει το μαγαζί στην αρμοδιότητα και στην επιχειρηματική δραστηριότητα νεοτέρων ανθρώπων. Μία εύρωστη ομάδα Παγκρατιωτών ξεκίνησε τότε αυτή τη μεταφορά. Αρχικά ο Σ.Αριστομενόπουλος και οι αδερφοί Γιοβάνοβιτς, ο Χρήστος και ο Άγγελος και αμέσως μετά αναλαμβάνω τα ηνία της επιχείρησης εγώ. Αυτή η παράδοση, η κληρονομιά περνά στα χέρια μου τις τελευταίες δεκαετίες.
Η λέξη «κληρονομιά» λοιπόν θα άρμοζε στο να περιγράψει το πως εσείς νιώθετε για τον «Μαγεμένο Αυλό»;
Ναι κοιτάξτε...Είναι μια βαριά κληρονομιά. Χωρίς ίχνος μεμψιμοιρίας πρέπει να σας πω ότι δεν είναι επικερδής η επαγγελματική διαδικασία. Είναι όμως διαδικασία διατήρησης αυτής της κληρονομιάς με πάρα πολλά οφέλη..έμμεσα. Δυστυχώς η κρίση έχει κάνει τα πράγματα στη πατρίδα μας για όλους δύσκολα, και για το Μαγεμένο Αυλό που κουβαλάει όλο αυτό το βαρύ φορτίο δυσκολότερα και αυτό γιατί εδώ δεν έχει απολυθεί ποτέ κανείς. Οι εργαζόμενοι δουλεύουν πολλά χρόνια εδώ δημιουργώντας αυξημένες υποχρεώσεις στην επιχείρηση απέναντί τους αλλά δημιουργώντας ταυτόχρονα και μια εικόνα «νοικοκυριού» θα λέγαμε.
Πως θα χαρακτηρίζατε την κουζίνα του «Μαγεμένου Αυλού»; Είναι διεθνής;
Έχει διεθνή πιάτα, έχει πιάτα έμπνευσης καθαρά του Μαγεμένου Αυλού, αλλά έχει και πιάτα της παραδοσιακής ελληνικής κουζίνας. Όχι extreme γεύσεις, περισσότερο δοκιμασμένες που όμως δέχονται παραλλαγές στον τρόπο χρήσης των υλικών. Δέχεται την επήρεια που πνεύματος που πνέει προς τη μεριά των εδεσμάτων από τη νέα κατεύθυνση παγκοσμίως. Παραμένει ωστόσο ένα ελληνικό εστιατόριο που έχει ποικιλία και από ξένα πιάτα.
Μιλήστε μας για τα πιάτα-ορόσημα του εστιατορίου που φιγουράρουν στα τραπέζια του από το 1961.
Η Πικάτα παραμένει ένα αγαπημένο πιάτο των πελατών (αγαπημένο και του τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου) ,οι κροκέτες παρμεζάνας, η κρέπα τιτιζέ, το φιλέτο Κόζακ, τα σνίτσελ βιενουά και Χόφμαν. Κάποιοι πελάτες που ερχόντουσαν τότε ως παιδιά με τους πατεράδες τους έρχονται σήμερα με τα δικά τους παιδιά και μας ζητούν τα ίδια πιάτα.
Ο «Μαγεμένος Αυλός» είναι ευρέως γνωστός ως το στέκι του Μάνου Χατζιδάκι. Κάπου διαβάσαμε ότι ακόμη και σήμερα υπάρχει εδώ μόνιμα το τραπέζι με το πιάτο του πάνω αλλά και το πιάνο στο οποίο έπαιζε;
Οι Ιταλοί φίλοι και γείτονες μας λένε “se non e vero e ben trovato”. Όχι. Ο αείμνηστος Μάνος καθόταν σε όλες τις γωνιές του μαγαζιού και εκεί που καθόταν γινόταν η «γωνιά» του Χατζηδάκη, διότι όλοι προσπαθούσαν να κάτσουν τριγύρω του. Όμως έχουμε το προικιό μας εδώ διότι υπάρχει ένα από τα πιάνα του Μάνου το οποίο εκείνος είχε φέρει εδώ.
Η αλήθεια είναι ωστόσο πως οι περισσότεροι έχουν συνδέσει τον Μαγεμένο Αυλό αποκλειστικά με τον Μάνο Χατζιδάκι. Ποιές άλλες προσωπικότητες συνήθιζαν να συχνάζουν εδώ;
Δεν ξέρω αν μπορώ να ξεχωρίσω ονόματα .Όλοι ήταν εδώ. Ο τότε διάδοχος, ο Καραμανλής ο μεγάλος, Ο Παπανδρέου ο μεγάλος,
η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Μάνος, ο Γκάτσος, Γεωργουσόπουλος, Σακάς, Μανιώτης, Αντωνίου, Κουρουπός, φυσικά ο Μινωτής, Μητρόπουλος, Περαντινός, Μουντές, Λιδορίκης, ο Λιγνάδης ο Τάσος ,και νεότεροι όπως ο Δημήτρης ο Ιατρόπουλος και ο Κηπουργός.
Αληθεύει ότι κάποιοι από αυτούς αλληλοαστειευόμενοι αλληλοαποκαλούνταν «Αυλικοί»;
Ναι βέβαια, στείλανε και στο Μούτση ένα σημείωμα όταν είχε μεγάλη παράσταση στο Μέγαρο και το έχουμε στο αρχείο μας, ιδιόχειρο. Κάτω υπέγραφαν ως «Αυλικοί» ενώ έγραφε: «Εάν δεν ετρέφεσo τόσο καλά παρ ημιν στον Μαγεμένο Αυλό δεν θα ηδήνασo να γράφεις τόσο καλή μουσική.»
Αν σας αναθέταμε να μας διηγηθείτε την αγαπημένη σας ιστορία ή συμβάν που έχετε ακούσει, όπου εμπλέκονται κάποιες από τις προσωπικότητες αυτές πάντα με φόντο τον «Μαγεμένο Αυλό», ποιά ή ποιό θα ήταν αυτό;
Πιο χαριτωμένη από όλες όσες έχουν συμβεί εδώ μου φαίνεται η εξής: Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν εδώ και καμιά πενηνταριά άτομα γύρω από το τραπέζι του, και τον ζυγώνει κατά τις τέσσερις ο σερβιτόρος διακριτικά και του λέει «Μαέστρο επειδή εμείς πρέπει να έρθουμε και στις εννιά το πρωί σας πειράζει να φύγουμε και να σας αφήσουμε το κλειδί και να κλείσετε εσείς;» και του απαντάει: Ναι παιδιά να πάτε στο καλό. Το πρωί στις 9 έρχονται και βλέπουν την πόρτα κλειστή αλλά όχι κλειδωμένη. Ο Μάνος λαγοκοιμόταν σε μία πολυθρόνα ακριβώς πίσω από την πόρτα , ο οποίος είχε χάσει το κλειδί, δεν μπορούσε να κλειδώσει και έκατσε να φυλάξει το μαγαζί ώσπου να έρθουν.
Αν σας «επιτρέπαμε» να χρησιμοποιήσετε μόνο τρεις λέξεις για να μας περιγράψετε τον χώρο, ποιές θα ήταν αυτές;
Καλλιτεχνία, παράδοση και ελπίδα.
Ας παραλληλίσουμε τον χώρο με μια θεατρική σκηνή. Αναμφισβήτητα θα λέγαμε πως ο «Μυστικός Δείπνος» κλέβει την παράσταση. Ποιός είναι ο ζωγράφος του πίνακα αυτού και ποιά η ιστορία του;
Μεταξύ των εικαστικών καλλιτεχνών, ερχόταν συχνά εδώ ο Επαμεινώνδας Δασκαλόπουλος. DAS. Έτσι ήταν το καλλιτεχνικό του όνομα, Νώντα τον φωνάζαμε εμείς. Αυτός ανάλαβε και έφτιαξε τον πίνακα. Δεν πόζαραν οι εμφανιζόμενοι αλλά αποτυπώθηκε από μνήμης. Δεν είχε μεγάλη επιτυχία ως προσωπογραφία αλλά για εμάς έχει καταστεί κειμήλιο. Πριν λίγα χρόνια μας πρόσφεραν 50.000 ευρω για να εκχωρήσουμε τον πίνακα και το αρνηθήκαμε.
Ποιό είναι το δικό σας αγαπημένο μέρος στην Αθήνα ;
Το αγαπημένο μου μέρος είναι η Πλάκα. Το φανάρι του Διογένη και η Αγία Αικατερίνη.
|| Αμύντα 4 (Πλ. Προσκόπων), Παγκράτι